Η φωνή των εθνικών κοινοβουλίων: ακούγεται στις Βρυξέλλες;
JavaScript & Adobe Flash Player erforderlich.
Όταν προσπαθούν να δικαιολογήσουν κάποια μη δημοφιλή τους απόφαση, οι εθνικοί πολιτικοί συχνά λένε: «Έτσι θέλουν οι Βρυξέλλες». Αντιθέτως, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο συχνά ορισμένες αποφάσεις δεν εγκρίνονται, γιατί τα εθνικά κοινοβούλια δεν τις αποδέχονται. Πού βρίσκεται το όριο στην ισορροπία της επιρροής μεταξύ των Βρυξελλών ως ευρωπαϊκής πρωτεύουσας και των 27 πρωτευουσών των κρατών μελών;
Αυτό είναι το θέμα της σημερινής μας εκπομπής στο πλαίσιο του σχεδίου «Τώρα - συνεργαζόμαστε με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο».
Όπως ήδη αναφέραμε σε μια από τις προηγούμενες εκπομπές, η Συνθήκη της Λισσαβόνας διευρύνει τις αρμοδιότητες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Και όχι μόνο αυτό. Αναγνωρίζει και ενισχύει επίσης το ρόλο των εθνικών κοινοβουλίων που θα μπορούν να λαμβάνουν πιο ενεργό μέρος στ ις δραστηριότητ ες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι καινοτομίες, που προβλέπονται στη Σ υνθήκη, συνδέονται πριν απ’ όλα με τον έλεγχο που τα εθνικά κοινοβούλια θα μπορούν να ασκούν με τήρηση της αρχής της επικουρικότητας (subsidiarity). Τι σημαίνει αυτή η αρχή; Ιδού τι είπε σχετικά η καθ. Γιούλια Ζαχάριεβα, ειδική σε θέματα Ευρωπαϊκού Δικαίου και καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Σόφιας « Άγιος Κλήμης της Αχρίδας».
«Η αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ανατίθεται με τις Ιδρυτικές Συμφωνίες και περιλαμβάνει την κυρίαρχη θέση των κρατών μελών της Ένωσης», λέει η ίδια. «Είναι δύο ειδών - σε ορισμένες περιπτώσεις μιλάμε για αποκλειστική αρμοδιότητα που όμως αφορά μόνο 4 τομείς - την τελωνειακή ένωση, την κοινή εμπορική και νομισματική πολιτική, την προστασία των βιολογικών πόρων των θαλασσών και τον καθορισμό των κανόνων του θεμιτού ανταγωνισμού σε κοινοτικό επίπεδο. Σ’ αυτούς τους τομείς τα εθνικά κράτη έχουν μεταβιβάσει οριστικά τις αρμοδιότητές τους στην Ε.Ε. Στους άλλους τομείς που είναι τουλάχιστον τρεις φορές περισσότεροι, η αρμοδιότητα είναι μοιρασμένη ή παράλληλη. Αυτό σημαίνει ότι τα κράτη μέλη δεν έχουν μεταβιβάσει εξολοκλήρου τις αρμοδιότητές τους, όμως βάσει των Ιδρυτικών Συμφωνιών οι Βρυξέλλες επίσης έχουν αποκτήσει αρμοδιότητες λήψης των απαραίτητων μέτρων. Και τότε, αφού και οι μεν, και οι δε μπορούν να δράσουν, προκύπτει το ερώτημα, ποιος πρέπει να λάβει τα απαραίτητα μέτρα. Η απάντηση αυτής της ερώτησης εμπεριέχεται στην αρχή της επικουρικότητας που λέει ότι τα κράτη φέρουν τη βασική ευθύνη και μόνο αν οι διαστάσεις του προβλήματος ή η ιδιομορφία των αναλαμβανόμενων μέτρων είναι τέτοιες που σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο δεν μπορούν να λυθούν, τότε αυτά τα μέτρα ή ενέργειες θα αναληφθούν σε κοινοτικό επίπεδο. Στο εξής πολύ συχνά θα πρέπει να κρίνεται σε τι επίπεδο θα αναλαμβάνεται κάθε συγκεκριμένη ενέργεια. Σύμφωνα με τη Συνθήκη της Λισσαβόνας, ακόμα κατά την κατάρτιση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχεδίου επικείμενης απόφασης, το σχέδιο θα εξετάζεται στα εθνικά κοινοβούλια που εντός 8 εβδομάδων υποχρεούνται να δώσουν τη σχετική απάντηση. Το αντίστοιχο κοινοβούλιο παρουσιάζει αντίληψη που συνοδεύει ύστερα όλη τη διαδικασία λήψης της απόφασης. Πρόκειται για νέα πρόκληση όχι μόνο για τα νέα κράτη μέλη, αλλά και για τα παλιά. Πιστεύω ότι η βουλγαρική Βουλή θα αντιμετωπίσει με επιτυχία τούτη την πρόκληση. Είναι σημαντικό όμως να κατανοηθεί πολύ καλά τι σημαίνει αυτό, δηλαδή: εξοικονόμηση κοινοβουλευτικού χρόνου, μεγάλο εξειδικευμένο δυναμικό και ικανότητα επίτευξης συναίνεσης. Μ’ αυτόν τον τρόπο η φωνή των Βουλγάρων πολιτών θα ακούγεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση μέσω των αντιπροσώπων τους.»
Ποια είναι η στάση των Ευρωπαίων πολιτών προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα εθνικά κοινοβούλια; Σε ποιον έχουν μεγαλύτερη εμπιστοσύνη; Ποιες οι τάσεις στη «Νέα» και την «Παλιά» Ευρώπη σχετικά με την εμπιστοσύνη στον κοινοβουλευτικό θεσμό; Με τις ερωτήσεις αυτές αποταθήκαμε προς τον Έλληνα πολιτικό επιστήμονα-αναλυτή κ. Γιώργο Σεφερτζή, διευθυντή Στρατηγικού Σχεδιασμού της εταιρείας «Εύρεσις».
«Δεν είναι ειναία η στάση και η συμπεριφορά και δεν είναι οι δείκτες εμπιστοσύνης όλοι ίδιοι σ’ ολες τις χώρες. Υπάρχουν ωστόσο ορισμένοι κοινοί παρανομαστές και αυτοί οι κοινοί παρανομαστές κατευθύνονται δυστυχώς προς τη διαρκώς αυξανόμενη άρση της εμπιστοσύνης των πολιτών προς το σύνολο των πολιτικών θεσμών, συμπεριλαμβανομένων και των κοινοβουλευτικών. Είναι ένα φαινόμενο της κρίσης των πολιτικών αξιών που χαρακτηρίζει τις ευρωπαϊκές κοινωνίες τα τελευταία πολλά χρόνια. Βεβαίως, εκδηλώνεται με διαφορετικούς τρόπους,διαφορετικές μορφές, περισσότερες ή λιγότερες εντάσεις ανάλογα με τις χώρες. Το βέβαιο, πάντως, είναι ότι ασφαλώς αυτό δεν συνιστά μία απομάκρυνση από των ευρωπαϊκών λαών από τις αρχές της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Αντιθέτως, το αίτημα που κυρίως διατυπώνεται ενόψει της υπέρβασης της πολιτικής κρίσης είναι η βελτίωση της αντιπροσωπευτικότητας των θεσμών και της εξυπηρέτησης του δημόσιου χώρου. Το γεγονός, λοιπόν, ότι υπάρχον διαφορετικές παραδόσεις και διαφορετικές ιστορικές εμπειρίες οδηγεί σε διαφορετικές συμπεριφορές απέναντι στους κοινούς κοινοβουλευτικούς θεσμούς πλέον σε όλη την Ευρώπη μεταξύ της Παλαιάς και της Νέας. Θα έλεγα μάλιστα ότι στη Νέα Ευρώπη οι κοινοβουλευτικοί θεσμοί, η δημοκρατία, γενικότερα η πολιτική αντιμετωπίζεται με τις αυξημένες προσδοκίες που συνοδεύουν τη φιλελευθεροποίηση των κοινωνιών της Νέας Ευρώπης. Αντιθέτως, στην Παλαιά Ευρώπη εκείνο, το οποίο πλέον κυρίως αναζητείται, είναι μιας νέας μορφής αντιπροσωπευτικότητα και κυρίως μια δυσπιστία ως προς την ικανότητα του πολιτικού συστήματος να ικανοποιήσει καίρια κοινωνικά συμφέροντα σε μία περίοδο που αυτά δοκιμάζονται - και από την περιώνυμη παγκοσμιοποίηση, αλλά και από την οικονομική κρίση, στην οποία έχει εισέρθει η Δύση.»
Κοινωνιολογικές έρευνες που πραγματοποιήθηκαν στην περίοδο πριν την ένταξη της Βουλγαρίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση κατέγραψαν υψηλότερη εμπιστοσύνη των Βουλγάρων πολιτών προς τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, απ’ ό, τι προς τους εθνικούς. Η τάση αυτή διατηρήθηκε και κατά το πρώτο έτος μετά την πλήρη ένταξη της χώρας στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Σύμφωνα με μια έρευνα του Ευρωβαρομέτρου από το περυσινό φθινόπωρο η εμπιστοσύνη των Βουλγάρων πολιτών προς την εθνική Βουλή μειώνεται πολύ αισθητά, ενώ η εμπιστοσύνη προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, όπου ήδη υπάρχουν νόμιμοι Βούλγαροι αντιπρόσωποι, σημειώνει νέα άνοδο.
Ποιος πρέπει να έχει την τελευταία λέξη - η εθνική Βουλή ή το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο; Θα κατορθώσει η Βουλή μας να υπερασπίσει τα εθνικά μας συμφέροντα; Στις ερωτήσεις αυτές απάντησαν μερικοί πρωτευουσιάνοι.
«Θα έπρεπε η εθνική Βουλή να είναι σε θέση να υπερασπίζει τα συμφέροντά μας. Γι’ αυτό ακριβώς την εκλέγουμε», λέει ο Κρασιμίρ Αλεξάντροφ. «Η πρακτική των τελευταίων 18 ετών όμως δείχνει ότι δεν υποστηρίζει πάντα τα αιτήματα των πολιτών. Θεωρώ ότι είναι καλά τα εθνικά κοινοβούλια να έχουν ευρύτερες αρμοδιότητες, αλλά κατά τη γνώμη μου το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρέπει να έχει την τελευταία λέξη. Τούτο θα εξασφάλιζε καλύτερες λύσεις, καλύτερη πολιτική και για τη χώρα μας. Δεν γνωρίζω καλά τις αρμοδιότητες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και τις σχέσεις του με τα εθνικά κοινοβούλια. Να γιατί πρέπει να διευρυνθεί η πληροφοριακή εκστρατεία, για να μάθουμε συγκεκριμένα σε ποιους τομείς να ζητούμε τα δικαιώματά μας, στο εθνικό ή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.»
«Μετά την ένταξη της Βουλγαρίας ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης όλοι οι ευρωπαϊκοί νόμοι και οδηγίες υπερτερούν της βουλγαρικής νομοθεσίας, η οποία πρέπει να εναρμονιστεί με τις προδιαγραφές τους», επισημαίνει ο Ντάνκο Πολικόφ. «Λοιπόν, βασικό ρόλο παίζει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η βουλγαρική Βουλή πρέπει να εναρμονίζει τις αποφάσεις της με τις κανονιστικές του πράξεις. Για σπουδαία ζητήματα, που αφορούν τη Βουλγαρία, όμως λύνονται σε επίπεδο Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η γνώμη της βουλγαρικής Βουλής, ενώ οι αντιπρόσωποί μας στο Ευρωκοινοβούλιο να υπερασπίζουν τη θέση της Βουλγαρίας.»
«Κατά τη γνώμη μου είναι καλύτερα τα εθνικά κοινοβούλια να έχουν την αποφασιστική εξουσία, αν και η πιθανότητα διαφθοράς στο Ευρωκοινοβούλιο είναι πολύ μικρότερη και οι πραγματικές αποφάσεις που θα λαμβάνονται εκεί θα είναι σωστότερες», θεωρεί η Μαρία Στόεβα. «Τα εθνικά κοινοβούλια γνωρίζουν την πραγματικότητα στην αντίστοιχη χώρα και το ότι το ένα τρίτο των εθνικών κοινοβουλίων πρέπει να ενοποιηθεί, για να μπλοκαριστεί μια απόφαση, σε κάποιο βαθμό εγγυάται και την έλλειψη υποκειμενικότητας. Να γιατί το ζήτημα, ποιος πρέπει να παίζει καθοριστικό ρόλο, μάλλον εξαρτάται από τη συγκεκριμένη περίπτωση.»
«Σε ό,τι αφορά τα εθνικά θέματα, θα έπρεπε το κράτος να έχει θέση που να ανταποκρίνεται στις ίδιες προτεραιότητές του», θεωρεί ο Ντίμο Σλάβτσεφ. «Αυτό σημαίνει ότι η εθνική Βουλή θα έπρεπε να έχει την αρμοδιότητα να αντιτάσσεται σε ορισμένες αποφάσεις του Ευρωκοινοβουλίου και μάλιστα σε τομείς που η χώρα έχει καθορίσει ως τομείς προτεραιότητας για την ανάπτυξή της. Πιστεύω στη Βουλή μας, γιατί εμείς την εκλέξαμε.»
Σύμφωνα με το Φίλιπ Ντιμιτρόφ, αντιπρόεδρο της Βουλής και πρώην Βούλγαρο Ευρωβουλευτή, βάσει της Συνθήκης της Λισσαβόνας τα εθνικά κοινοβούλια έχουν τη δυνατότητα να επηρεάζουν την ανάπτυξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
«Πριν απ’ όλα η βουλγαρική Βουλή μπορεί να ασκεί επίδραση, όπως κάθε εθνικό κοινοβούλιο, ακόμα σε επίπεδο σχεδίου οδηγίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής», εξηγεί ο ίδιος. «Πρώτο, όλα τα σχέδια οδηγιών θα στέλνονται κατευθείαν και στη βουλγαρική Βουλή, όχι μόνο στη βουλγαρική κυβέρνηση. Από μια πλευρά, η βουλγαρική Βουλή θα μπορεί να παρακολουθεί τη διαδικασία διαμόρφωσης της θέσης της βουλγαρικής κυβέρνησης. Ταυτόχρονα η βουλγαρική Βουλή μαζί με τα κοινοβούλια του ενός τρίτου των άλλων κρατών μελών μπορεί να επιχειρήσει να μπλοκάρει την προώθηση νομοθετικής πρωτοβουλίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Μπορεί να επιβληθεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να επανεξετάσει την πρωτοβουλία της, να την τροποποιήσει ή να μην πάρει υπόψη τη γνώμη των κοινοβουλίων. Τότε τα εθνικά κοινοβούλια μπορούν πάλι να έχουν ανασταλτικό ρόλο, όμως τούτη τη φορά πρέπει να αποτελούν τουλάχιστον το 50%. Δηλαδή, έχουμε δισταδιακό μπλοκάρισμα - από μια πλευρά ως αρμοδιότητες του εθνικού κοινοβουλίου και από την άλλη, ως δυνατότητα να επηρεαστεί έγκαιρα η διαμόρφωση της θέσης της εθνικής κυβέρνησης αναφορικά με νομοθετικές πρωτοβουλίες και οδηγίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.»
Προς το παρόν οι αρμοδιότητες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τη λήψη αποφάσεων που σχετίζονται με την εξωτερική πολιτική της Κοινότητας είναι πιο περιορισμένες σε σύγκριση με τους άλλους τομείς. Μετά την έναρξη της ισχύος της Συνθήκης της Λισσαβόνας πολύ περισσότερες νομοθετικές πρωτοβουλίες θα περνούν από τη διαδικασία που απαιτεί και την έγκριση του κοινοβουλίου. Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι περισσότερες οδηγίες, καταρτισμένες από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, θα εξετάζονται πιο διεξοδικά στο κοινοβούλιο και θα εγκρίνονται με μεγάλη πλειοψηφία, εξηγεί ο Βούλγαρος Ευρωβουλευτής Νικολάι Μλαντένοφ, μέλος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων και της Υποεπιτροπής Ασφάλειας και Άμυνας. Με ποιο τρόπο θα πετυχαίνεται η ισορροπία των αρμοδιοτήτων του Ευρωκοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων κατά τη λήψη αποφάσεων για ευαίσθητα θέματα της εξωτερικής πολιτικής, όπως π.χ. το θέμα του Κοσόβου;
«Για το θέμα του Κοσόβου πριν 6-8 μήνες το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εξέφρασε την αντίληψή του με κατηγορηματική υποστήριξη για το σχέδιο του Μάρτι Αχτισάαρι, το οποίο έπρεπε να οδηγήσει στην ανεξαρτησία του Κοσόβου στο μέλλον», εξηγεί ο Νικολάι Μλαντένοφ. «Αυτή ήταν η κοινή άποψη του Ευρωκοινοβουλίου, το οποίο ποτέ δεν έχει παρουσιάσει θέση για το αν χρειάζεται ή όχι να αναγνωριστεί η ανεξαρτησία του Κοσόβου, γιατί υπήρχαν διάφορες γνώμες. Δεν υπήρχε διάθεση στο Ευρωκοινοβούλιο να προκληθούν συζητήσεις που δεν θα ολοκληρωθούν με κατηγορηματική θέση, υποστηριζόμενη από τη συντριπτική πλειοψηφία των βουλευτών. Σε τελευταία ανάλυση τα κράτη-μέλη έπρεπε μόνα τους να πάρουν τη σχετική απόφαση. Ακόμα κατά τη διάρκεια της Συνέλευσης που έπρεπε να καταρτίσει το Σύνταγμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης συζητιόταν το θέμα, πώς τα εθνικά κοινοβούλια να δεσμευτούν στενότερα με τη λειτουργία των ευρωπαϊκών θεσμών. Η συναίνεση που τότε επιτεύχθηκε και ήδη εμπεριέχεται στη Συνθήκη της Λισσαβόνας είναι ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κάθε χρόνο καταρτίζει το σχέδιο δράσης της. Το στέλνει στο Ευρωκοινοβούλιο, το οποίο επίσης πρέπει να εκφράσει την άποψή του. Με την έναρξη της ισχύος της Συνθήκης της Λισσαβόνας τέτοιου είδους γνώμες θα πρέπει να εκφράζονται και από τα εθνικά κοινοβούλια. Δηλαδή, η σχέση πρέπει να είναι στενότερη. Γι’ αυτό στην κοινοβουλευτική μας ομάδα του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος ιδρύσαμε νέα υπηρεσία που επιδιώκει στενότερη επαφή μεταξύ των εθνικών κοινοβουλίων και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.»
Με ποιο τρόπο οι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και συγκεκριμένα εμείς, οι Βούλγαροι, θα μπορούμε να ασκούμε έλεγχο στις αποφάσεις της Ε.Ε. για τα θέματα της εξωτερικής πολιτικής; Ακούμε πάλι το Νικολάι Μλαντένοφ: «Αναγνωρίζω ότι ακόμα υπάρχουν αρκετές δυσκολίες, γιατί η εξωτερική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν είναι κοινός τομέας. Συγκαταλέγεται στις προτεραιότητες των κρατών μελών με εξαίρεση τα ζητήματα, για τα οποία έχουν κοινές θέσεις. Γι’ αυτό μάλλον ο καλύτερος τρόπος ελέγχου είναι οι πολίτες των κρατών μελών να παρακολουθούν τι κάνει η κυβέρνηση της αντίστοιχης χώρας. Στη Βουλγαρία πρέπει να παρακολουθούμε προσεκτικά τι κάνει η βουλγαρική κυβέρνηση στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής, για να την επηρεάζουμε. Και η κυβέρνηση, υπολογίζοντας πια την κοινή γνώμη στη Βουλγαρία, να διατυπώνει θέσεις, τις οποίες θα υπερασπίζει σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό είναι μέρος του κοινού προβλήματος που η Ευρωπαϊκή Ένωση αντιμετωπίζει στο χώρο της εξωτερικής πολιτικής - έλλειψη ομοψηφίας για τα θέματα της εξωτερικής πολιτικής. Εν μέρει το πρόβλημα θα λυθεί, γιατί με τη Συνθήκη της Λισσαβόνας δημιουργείται ειδική θέση στο πλαίσιο των θεσμών. Θα υπάρχει Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο οποίος θα διατελεί και Πρόεδρος του Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής που θα απαρτίζεται από τα κράτη μέλη. Θα πρέπει να είναι ενός είδους Υπεράνθρωπος, ο οποίος από μια πλευρά θα ευθύνεται ταυτόχρονα ενώπιον της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και αντίστοιχα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ενώ από την άλλη θα ευθύνεται ενώπιον των κρατών-μελών για τις αποφάσεις στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής. Η ιδέα αυτής της σύνθετης θεσμικής πρότασης είναι στο μέλλον να καταβληθούν προσπάθειες για την ίδρυση κοινής Ευρωπαϊκής Διπλωματικής Υπηρεσίας που θα δημιουργήσει τις συνθήκες ύπαρξης τέτοιας κοινής πολιτικής της Ευρώπης που ζητούν συνέχεια πολλοί από μας. Αλλιώς η Ευρώπη φαίνεται πολύ σπουδαίος παράγοντας στην παγκόσμια πολιτική, όμως στην πράξη η δυνατότητά της να ασκεί πολιτική επιρροή είναι πολύ περιορισμένη.»
Ευχαριστούμε όλους τους ακροατές μας και τους αναγνώστες της ιστοσελίδας http://parliament.europe.bg οι οποίοι μας έστειλαν τους χαιρετισμούς και τις ερωτήσεις τους στην ηλεκτρονική διεύθυνση info@europe.bg. «Χαιρετισμούς για την πρωτοβουλία και για το ότι προσωπικά ο κ. Πέτερινγκ σας επαίνεσε!», μας γράφει από το Πλόβντιφ ο Οβανές Σαρκισιάν. «Θα περιμένω με ενδιαφέρον τα άρθρα στη στήλη «Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο», όπου σίγουρα θα παρουσιάσετε τις πλατφόρμες των διάφορων ευρωπαϊκών κομμάτων. Θέλω να έχω τη δυνατότητα επιλογής, να γνωρίζω τι μου υπόσχονται και πώς βλέπουν το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τι θα αλλάξουν», συμπληρώνει ο Οβανές Σαρκισιάν.
Ο δεκαενιάχρονος Βλάντι Απόστολοφ, ο οποίος μένει με τους γονείς του στο Παρίσι, ενδιαφέρεται πότε θα αρχίσουν οι βιντεοσυνδιαλέξεις με επώνυμους Ευρωβουλευτές. «Παρακαλώ να καλέσετε τον Άρι Βάτανεν σε online συνέντευξη! Είμαι λάτρης του μηχανοκίνητου αθλητισμού. Ο Βάτανεν μπορεί τώρα να είναι Ευρωβουλευτής, όμως για μένα είναι θρύλος των αγώνων αυτοκινήτου», αναφέρει ο Βλάντι. «Ακόμα τώρα θέλω να τον ρωτήσω: μπορεί να εξηγήσει σε μένα σαν σε άνθρωπο που θα αποκτήσει το δικαίωμα ψήφου του χρόνου, γιατί να το ασκήσει; Τι το ελκυστικό βρίσκει στην πολιτική ένας άνθρωπος με αθλητικό πνεύμα, ο οποίος ξαφνικά μεταφέρεται σε ένα περιβάλλον μηχανορραφιών και παρασκηνιακών παιχνιδιών; Ελπίζω να βάλετε κλιπάκια για τους αγώνες, στους οποίους έχει πάρει μέρος ο Άρι Βάτανεν. Άλλωστε, μου έχει περάσει από το νου ότι μια μέρα και εγώ μπορώ να γίνω πολιτικός.»
Η Αντριάνα Κρισάν της Ρουμανίας ενδιαφέρεται αν υπάρχει διαφορά στους μισθούς μεταξύ των Βουλγάρων και Ρουμάνων Ευρωβουλευτών και των συναδέλφων τους των παλιών κρατών-μελών. «Η ιστοσελίδα σας είναι πολύ ενδιαφέρουσα. Είναι διασκεδαστικό να διαβάσεις και ακούσεις κάτι στα ελληνικά και αμέσως ύστερα το ίδιο στα αγγλικά…», μας γράφει αυτή.
Γράψτε μας και εσείς και δείξτε τα θέματα που σας ενδιαφέρουν, για να υποβάλουμε τις σωστές ερωτήσεις στους σωστούς ανθρώπους... Οι ερωτήσεις, τα σχόλια και οι προτάσεις σας είναι ευπρόσδεκτα στη σύνταξή μας, καθώς και στην ηλεκτρονική διεύθυνση info@europe.bg. Για περισσότερες λεπτομέρειες κοιτάξτε την ιστοσελίδα http://parliament.europe.bg
Αγαπητοί ακροατές, αυτή η εκπομπή μεταδίδεται από τη Βουλγαρική Ραδιοφωνία, το RFI - Ρουμανία και το Ράδιο Ιβλίν της Γαλλίας στο πλαίσιο του σχεδίου «Τώρα – συνεργαζόμαστε με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο» που υλοποιείται από το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο.
Κείμενο: Έλλη Γκέκοβα, Ελένα Καρκαλάνοβα, Μάια Πέλοφσκα, Ρουμιάνα Τσβετκόβα
Μετάφραση: Ελλη Γκέκοβα
Εκφωνούν: Πέταρ Κάντρεφ και Έλλη Γκέκοβα